Είναι που λέτε ένας νταλικέρης και του κάνει ωτοστόπ μία γκομενάρα λίγο μετά τον κόμβο της Εγνατίας.
Σταματά, την παίρνει! Χαζός ήταν να χάσει τέτοιο υπερκόμματο;
Που πάμε; Τη ρωτάει.
Για Καβάλα. Απαντά η κούκλα και ανεβαίνει.
Μετά από κανένα πεντάλεπτο ο νταλικέρης απλώνει το χέρι και την χουφτώνει στο μπούτι.
Ωραίο πόδι! Της είπε.
Ωραίο χέρι! Του απαντάει.
Σκέφτεται ο νταλικέρης, ότι κάτι δεν πάει καλά.Ξανακάνει την κίνηση.
Ωραίο πόδι! Τη ξαναλέει.
Ωραίο χέρι! Του ξαναπαντά.
Πάλι δεν κατάλαβε τί παιζόταν. Σταματά τη νταλίκα και της λέει, κοίταξε μέχρι εδώ ήταν, αν δεν γίνει κάτι παραπάνω δεν μπορώ να σε πάω μέχρι τον προορισμό σου. Ή θα κάνουμε κάτι ή κατέβα. Τουλάχιστον δώσε ένα τηλέφωνο ή να κανονίσουμε ένα ραντεβου ρε κοπελιά.
Προς έκπληξή του, η γκόμενα ήταν θετική για άλλα κόλπα.
Γιατί όχι! Του απαντά. Πάμε και τώρα αν θες. Του είπε κολάζοντάς τον.
Βρίσκει ένα πάρκγινγκ στην Εγνατία, βγάζουν τα ρούχα τους και σε μία φάση η κοπελιά βγάζει από την τσάντα της, παίρνει ένα βαζάκι βαζελίνι και βάζει λίγο από το προϊόν και το βάζει στο επίμαχο σημείο.
Τί κάνεις; Τη ρωτά ο νταλικέρης;
Η μάνα μου μού λέει, ότι πάντα πρέπει να γλιστράει.
Τότε ο νταλικέρης βγάζει την καδένα από το λαιμό του και τύλιξε το... ματζαφλάρι του.
Σάστισε απορημένη η γκόμενα και περίμενε την απόκριση του οδηγού.
Και εμένα ο πατέρας μου μού είχε πει, όταν γλιστράει πάντα να φοράς αλυσίδες!